Εκτέλεση της Αναζήτησης
Εμφάνιση αποτελεσμάτων με ετικέτες 'δεξιότητες' .
Βρέθηκαν 5 αποτελέσματα
-
Στην εκτενέστερη μελέτη που έγινε μέχρι σήμερα και δημοσιεύεται στην Επιθεώρηση της Παιδιατρικής, 75 παιδιά ηλικίας 10 έως 18 ετών με υψηλή πίεση, που δεν αντιμετωπίστηκε ιατρικά, είχαν χαμηλότερες επιδόσεις σε πολλά τεστ που δοκιμάζουν τις γνωστικές λειτουργίες σε σχέση με 75 συνομηλίκους τους με φυσιολογική πίεση. Οι διαφορές είναι μικρές και η νέα έρευνα δεν αποδεικνύει ότι η υψηλή πίεση περιορίζει τις γνωστικές δεξιότητες στα παιδιά. Παρ’ όλα αυτά, τα ευρήματα έθεσαν σε κατάσταση συναγερμού τους ειδικούς. «Αυτή η έρευνα πραγματικά δείχνει ότι υπάρχουν ορισμένες διαφορές», επισημαίνει ο δρ Ντέιβιντ Μπ. Κέρσο, διευθυντής παιδιατρικής νεφρολογίας στο Νοσοκομείο C. S. Mott του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, ο οποίος δεν συμμετείχε στην έρευνα. «Δεν οφείλονται στην τύχη τα ευρήματα», προσθέτει. Ο δρ Μαρκ Μπ. Λαντ, καθηγητής παιδιατρικής νεφρολογίας στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου του Ρότσεστερ και οι συνάδελφοί του έκαναν εξετάσεις στα παιδιά σε τέσσερα σημεία σε τρεις πολιτείες, κατατάσσοντας εκείνα που είχαν και δεν είχαν υψηλή πίεση με κριτήρια την ηλικία, την εκπαίδευση της μητέρας, τη φυλή, τα επίπεδα παχυσαρκίας και άλλους παράγοντες. Οι επιστήμονες εξαίρεσαν παιδιά με μαθησιακά προβλήματα και δυσκολίες στον ύπνο, που μπορούν να επηρεάσουν τις γνωστικές λειτουργίες. Τα παιδιά που είχαν υψηλή πίεση είχαν χαμηλότερες επιδόσεις σε τεστ μνήμης, ταχύτητας και γλωσσικές ασκήσεις, διαπίστωσαν οι ερευνητές. Παρ’ όλα αυτά, οι επιδόσεις τους κυμαίνονταν σε φυσιολογικά πλαίσια. Ελλειψη διάγνωσης Εξαιτίας της επιδημίας παχυσαρκίας η αυξημένη αρτηριακή πίεση ή υπέρταση δεν είναι πλέον σπάνια στα παιδιά, απλώς συχνά δεν υπάρχει διάγνωσή της. Σε πρόσφατη μελέτη περίπου το 3,5% από 14.187 παιδιά ηλικίας 3 έως 18 ετών παρουσίασε υπέρταση. «Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν ότι οι κίνδυνοι καρδιαγγειακών παθήσεων μπορούν να επηρεάσουν τη σκέψη και τη μνήμη και σίγουρα δεν μπορούν να φανταστούν ότι ενδέχεται να επηρεάσουν την παιδική ηλικία», λέει η δρ Κριστίν Γιάφε, καθηγήτρια ψυχιατρικής, νευρολογίας και επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Σαν Φρανσίσκο, η οποία έχει μελετήσει τις επιπτώσεις των κινδύνων καρδιαγγειακών παθήσεων στις γνωστικές δεξιότητες. Ο δρ Λαντ και οι συνάδελφοί του έχουν τονίσει ότι τα παιδιά με υπέρταση έχουν συνήθως και άλλους παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά τις γνωστικές τους ικανότητες, όπως αντίσταση στην ινσουλίνη και άπνοια. Οσα παιδιά είχαν διαγνωστεί επισήμως με άπνοια αποκλείστηκαν από τη νέα έρευνα, αλλά κάποιοι έφηβοι με προβλήματα ύπνου συμμετείχαν. «Η παρουσία υπέρτασης επιδείνωσε τις συνέπειες του κακού ύπνου στις γνωστικές λειτουργίες». Αυτό ήταν ένα από τα ευρήματα, σύμφωνα με τον δρα Λαντ. Οι χαμηλότερες επιδόσεις σε γνωστικά τεστ δεν σημαίνουν απαραίτητα ότι ένα παιδί παλεύει στην καθημερινή του ζωή, προειδοποιούν οι ειδικοί. «Ναι, υπάρχουν συγκεκριμένες διαφορές αλλά τι σημαίνουν για την καθημερινότητα των παιδιών δεν είναι σαφές», τονίζει η δρ Τζουλί Ρ. Ινγκελφίνγκερ, καθηγήτρια παιδιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και ανώτατη σύμβουλος νεφρολογίας στο Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης. «Ξέρουμε όμως από άλλες μελέτες ότι προβλήματα μνήμης, προσοχής και δυσκολίες στις γνωστικές λειτουργίες σχετίζονται με τις επιδόσεις στη δουλειά και το σχολείο», προσθέτει. Tα παιδιά ενδέχεται να είναι υπερβολικά ευάλωτα σε γνωστικά ελλείμματα, λέει ο δρ Κέρσο. «Μία από τις ανησυχίες μου είναι πως αν έχεις υψηλή πίεση και είσαι μεταξύ 10 και 18 οι συνέπειες για τις γνωστικές λειτουργίες είναι πολύ σοβαρότερες από ό,τι αν είσαι 40 ή 50», συμπληρώνει. Οι περιοχές του εγκεφάλου που ελέγχουν την εκτελεστική λειτουργία ωριμάζουν μέχρι τις αρχές της δεύτερης δεκαετίας. Η ιδέα λοιπόν είναι ότι ίσως η υπέρταση εμποδίζει αυτή τη λειτουργία, εξηγεί. Ανάγκη ερευνών Απαιτούνται περισσότερες έρευνες για να διαπιστωθεί κατά πόσον η θεραπεία παιδιών με διατροφικές αλλαγές, άσκηση και φάρμακα θα μπορούσε να βελτιώσει τις γνωστικές τους λειτουργίες. Η αποστολή βρίσκεται σε εξέλιξη. Τα 75 παιδιά με υπέρταση στη νεότερη έρευνα υπόκεινται σε ιατρική παρακολούθηση και αποτελούν αντικείμενο παρατήρησης για έναν χρόνο. Το τελευταίο παιδί θα ολοκληρώσει τις δοκιμές στις αρχές του 2017, επισημαίνει ο δρ Λαντ.
-
Ολοένα και περισσότερα παιδιά παρουσιάζουν υψηλή αρτηριακή πίεση εξαιτίας της παχυσαρκίας. Την ίδια στιγμή πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι η υψηλή πίεση ενδέχεται να υπονομεύει τις γνωστικές δεξιότητες των παιδιών, περιορίζοντας τη μνήμη, τη δυνατότητα οργάνωσης και οδηγώντας συχνά σε απόσπαση της προσοχής. Στην εκτενέστερη μελέτη που έγινε μέχρι σήμερα και δημοσιεύεται στην Επιθεώρηση της Παιδιατρικής, 75 παιδιά ηλικίας 10 έως 18 ετών με υψηλή πίεση, που δεν αντιμετωπίστηκε ιατρικά, είχαν χαμηλότερες επιδόσεις σε πολλά τεστ που δοκιμάζουν τις γνωστικές λειτουργίες σε σχέση με 75 συνομηλίκους τους με φυσιολογική πίεση. Οι διαφορές είναι μικρές και η νέα έρευνα δεν αποδεικνύει ότι η υψηλή πίεση περιορίζει τις γνωστικές δεξιότητες στα παιδιά. Παρ’ όλα αυτά, τα ευρήματα έθεσαν σε κατάσταση συναγερμού τους ειδικούς. «Αυτή η έρευνα πραγματικά δείχνει ότι υπάρχουν ορισμένες διαφορές», επισημαίνει ο δρ Ντέιβιντ Μπ. Κέρσο, διευθυντής παιδιατρικής νεφρολογίας στο Νοσοκομείο C. S. Mott του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, ο οποίος δεν συμμετείχε στην έρευνα. «Δεν οφείλονται στην τύχη τα ευρήματα», προσθέτει. Ο δρ Μαρκ Μπ. Λαντ, καθηγητής παιδιατρικής νεφρολογίας στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου του Ρότσεστερ και οι συνάδελφοί του έκαναν εξετάσεις στα παιδιά σε τέσσερα σημεία σε τρεις πολιτείες, κατατάσσοντας εκείνα που είχαν και δεν είχαν υψηλή πίεση με κριτήρια την ηλικία, την εκπαίδευση της μητέρας, τη φυλή, τα επίπεδα παχυσαρκίας και άλλους παράγοντες. Οι επιστήμονες εξαίρεσαν παιδιά με μαθησιακά προβλήματα και δυσκολίες στον ύπνο, που μπορούν να επηρεάσουν τις γνωστικές λειτουργίες. Τα παιδιά που είχαν υψηλή πίεση είχαν χαμηλότερες επιδόσεις σε τεστ μνήμης, ταχύτητας και γλωσσικές ασκήσεις, διαπίστωσαν οι ερευνητές. Παρ’ όλα αυτά, οι επιδόσεις τους κυμαίνονταν σε φυσιολογικά πλαίσια. Ελλειψη διάγνωσης Εξαιτίας της επιδημίας παχυσαρκίας η αυξημένη αρτηριακή πίεση ή υπέρταση δεν είναι πλέον σπάνια στα παιδιά, απλώς συχνά δεν υπάρχει διάγνωσή της. Σε πρόσφατη μελέτη περίπου το 3,5% από 14.187 παιδιά ηλικίας 3 έως 18 ετών παρουσίασε υπέρταση. «Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν ότι οι κίνδυνοι καρδιαγγειακών παθήσεων μπορούν να επηρεάσουν τη σκέψη και τη μνήμη και σίγουρα δεν μπορούν να φανταστούν ότι ενδέχεται να επηρεάσουν την παιδική ηλικία», λέει η δρ Κριστίν Γιάφε, καθηγήτρια ψυχιατρικής, νευρολογίας και επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Σαν Φρανσίσκο, η οποία έχει μελετήσει τις επιπτώσεις των κινδύνων καρδιαγγειακών παθήσεων στις γνωστικές δεξιότητες. Ο δρ Λαντ και οι συνάδελφοί του έχουν τονίσει ότι τα παιδιά με υπέρταση έχουν συνήθως και άλλους παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά τις γνωστικές τους ικανότητες, όπως αντίσταση στην ινσουλίνη και άπνοια. Οσα παιδιά είχαν διαγνωστεί επισήμως με άπνοια αποκλείστηκαν από τη νέα έρευνα, αλλά κάποιοι έφηβοι με προβλήματα ύπνου συμμετείχαν. «Η παρουσία υπέρτασης επιδείνωσε τις συνέπειες του κακού ύπνου στις γνωστικές λειτουργίες». Αυτό ήταν ένα από τα ευρήματα, σύμφωνα με τον δρα Λαντ. Οι χαμηλότερες επιδόσεις σε γνωστικά τεστ δεν σημαίνουν απαραίτητα ότι ένα παιδί παλεύει στην καθημερινή του ζωή, προειδοποιούν οι ειδικοί. «Ναι, υπάρχουν συγκεκριμένες διαφορές αλλά τι σημαίνουν για την καθημερινότητα των παιδιών δεν είναι σαφές», τονίζει η δρ Τζουλί Ρ. Ινγκελφίνγκερ, καθηγήτρια παιδιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και ανώτατη σύμβουλος νεφρολογίας στο Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης. «Ξέρουμε όμως από άλλες μελέτες ότι προβλήματα μνήμης, προσοχής και δυσκολίες στις γνωστικές λειτουργίες σχετίζονται με τις επιδόσεις στη δουλειά και το σχολείο», προσθέτει. Tα παιδιά ενδέχεται να είναι υπερβολικά ευάλωτα σε γνωστικά ελλείμματα, λέει ο δρ Κέρσο. «Μία από τις ανησυχίες μου είναι πως αν έχεις υψηλή πίεση και είσαι μεταξύ 10 και 18 οι συνέπειες για τις γνωστικές λειτουργίες είναι πολύ σοβαρότερες από ό,τι αν είσαι 40 ή 50», συμπληρώνει. Οι περιοχές του εγκεφάλου που ελέγχουν την εκτελεστική λειτουργία ωριμάζουν μέχρι τις αρχές της δεύτερης δεκαετίας. Η ιδέα λοιπόν είναι ότι ίσως η υπέρταση εμποδίζει αυτή τη λειτουργία, εξηγεί. Ανάγκη ερευνών Απαιτούνται περισσότερες έρευνες για να διαπιστωθεί κατά πόσον η θεραπεία παιδιών με διατροφικές αλλαγές, άσκηση και φάρμακα θα μπορούσε να βελτιώσει τις γνωστικές τους λειτουργίες. Η αποστολή βρίσκεται σε εξέλιξη. Τα 75 παιδιά με υπέρταση στη νεότερη έρευνα υπόκεινται σε ιατρική παρακολούθηση και αποτελούν αντικείμενο παρατήρησης για έναν χρόνο. Το τελευταίο παιδί θα ολοκληρώσει τις δοκιμές στις αρχές του 2017, επισημαίνει ο δρ Λαντ. Δείτε ολόκληρο το άρθρο
-
Ένα παιδί που έχει αυτοπεποίθηση λειτουργεί ανεξάρτητα, αναλαμβάνει ευθύνες, υπερηφανεύεται για τις επιτυχίες του, ανέχεται απογοητεύσεις, δοκιμάζει νέα πεδία και προκλήσεις, ενώ μπορεί να διαχειρίζεται τα θετικά και τα αρνητικά συναισθήματα. Ακόμη, ένα παιδί που έχει αυτοπεποίθηση είναι ένα παιδί που μπορεί να προσφέρει βοήθεια στους άλλους. Ωστόσο, ένα παιδί που δεν αποφεύγει τις νέες εμπειρίες, αισθάνεται μονίμως πως δεν το αγαπούν και δεν το θέλουν, κατηγορεί τους άλλους για τις δικές του αδυναμίες, δεν μπορεί να ανεχθεί απογοητεύσεις, αυτομειώνεται και είναι ευάλωτο. Πώς κτίζεται όμως η αυτοπεποίθηση; Η αυτοπεποίθηση κτίζεται όταν εκφράζει κανείς σταθερά τις επιθυμίες του, όταν μαθαίνει να παίρνει την ευθύνη για τα συναισθήματα του, όταν εστιάζεται σε αυτά που μπορεί να καταφέρει και όταν φέρεται κανείς στον εαυτό του με τον τρόπο που θέλει οι άλλοι να του φέρονται. Οι γονείς μπορούν να ενισχύσουν την αυτοπεποίθηση των παιδιών τους όταν δείχνουν ότι χαίρονται με τις επιτυχίες των παιδιών τους και το δείχνουν, και όταν είναι γενναιόδωροι με τους περιγραφικούς επαίνους. Ακόμη οι γονείς ενισχύουν τα παιδιά τους όταν τα μαθαίνουν να κάνουν θετικές αυτο-δηλώσεις, όταν αποφεύγουν τη γελοιοποίηση των παιδιών, αλλά και όταν διδάσκουν στα παιδιά τους τρόπους για το πώς να λαμβάνουν και να αξιολογούν τις αποφάσεις τους. Ένας πολύ εποικοδομητικός τρόπος είναι η άσκηση των παιδιών στην αυτοπειθαρχία. Ένα παιδί το οποίο πιστεύει και εκτιμά τον εαυτό του είναι πιο επιδέξιο σε κοινωνικές δεξιότητες. Με τον όρο κοινωνικές δεξιότητες ονομάζουμε τις καλές κοινωνικές δεξιότητες που επιτρέπουν στο παιδί να γνωρίζει τι πρέπει να πει και πώς να κάνει καλές επιλογές, αλλά και πώς να συμπεριφερθεί σε διαφορετικές συνθήκες. Οι καλές κοινωνικές δεξιότητες αποτελούν τη βάση για την καλή σχολική επίδοση, την ορθή συμπεριφορά, τις υγιείς οικογενειακές σχέσεις, καθώς και τη συμμετοχή σε εξωσχολικές δραστηριότητες. Πώς όμως αποκτά ένα παιδί θετικές κοινωνικές δεξιότητες; Συνήθως η διαχείριση του θυμού και των συγκρούσεων, η κατανόηση κι αναγνώριση της γνώμης των άλλων, η δυνατότητα διαπραγμάτευσης και αντίστασης με τους συνομηλίκους, η ενεργητική ακρόαση και η αποδοχή και ανοχή του διαφορετικού λειτουργούν υποβοηθητικά στη δόμηση θετικών κοινωνικών δεξιοτήτων. Αν τοποθετούσαμε τις κοινωνικές δεξιότητες σε κατηγορίες, θα αναφέραμε τέσσερεις κατηγορίες: τις δεξιότητες επιβίωσης, τις διαπροσωπικές δεξιότητες, τις δεξιότητες λύσης προβλημάτων και τις δεξιότητες λύσης των συγκρούσεων. Θα λέγαμε λοιπόν πως ένα παιδί που μπορεί να ακολουθεί οδηγίες και αγνοεί περισπάσεις έχει έναν επαρκή δείκτη δεξιότητων επιβίωσης. Όσον αφορά τις διαπροσωπικές δεξιότητες, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι ένα παιδί που μπορεί να συμμετάσχει στις δραστηριότητες και να περιμένει τη σειρά του έχει μια επαρκή ανταπόκριση διαπροσωπικής επικοινωνίας. Ακόμη, ένα παιδί που μπορεί να λύνει προβλήματα, να ζητά βοήθεια, να απολογείται και να δέχεται τις συνέπειες των πράξεών του, και ένα παιδί που αντιμετωπίζει την ήττα, τις κατηγορίες και την πίεση της ομάδας μπορεί να χαρακτηριστεί ως κοινωνικά δεξιότεχνο. Οι βασικές δεξιότητες αυτοελέγχου είναι πολύ σημαντικές για να αντεπεξέλθει το παιδί στις κοινωνικές προκλήσεις. Αναγνωρίζοντας τα συναισθήματά του το παιδί, παρατηρώντας προσεκτικά, καθυστερώντας την αντίδρασή του και γνωρίζοντας εναλλακτικές αντιδράσεις του, μπορεί να ελέγξει τις παρορμήσεις του αποτελεσματικά και να αντεπεξέλθει στις κοινωνικές προκλήσεις! ΑΡΙΣΤΟΝΙΚΗ ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ-ΤΡΥΦΩΝΙΔΟΥ MA, Msc, MAAT, PgP, PHD, Ψυχολόγος Εξελικτικής-Σχολικής κατεύθυνσης-Ψυχοθεραπεύτρια
-
- κοινωνικότητα
- αυτοπεποίθηση
-
(και 1 ακόμη)
Tagged with:
-
Ένα παιδί έχει αυτοπεποίθηση όταν αντιλαμβάνεται τον εαυτό του θετικά και πιστεύει στις δυνατότητες και τις ικανότητές του. Η αυτοπεποίθηση αντανακλάται μέσα από τη συμπεριφορά και τις αποφάσεις του ατόμου. Ένα παιδί που έχει αυτοπεποίθηση λειτουργεί ανεξάρτητα, αναλαμβάνει ευθύνες, υπερηφανεύεται για τις επιτυχίες του, ανέχεται απογοητεύσεις, δοκιμάζει νέα πεδία και προκλήσεις, ενώ μπορεί να διαχειρίζεται τα θετικά και τα αρνητικά συναισθήματα. Ακόμη, ένα παιδί που έχει αυτοπεποίθηση είναι ένα παιδί που μπορεί να προσφέρει βοήθεια στους άλλους. Ωστόσο, ένα παιδί που δεν αποφεύγει τις νέες εμπειρίες, αισθάνεται μονίμως πως δεν το αγαπούν και δεν το θέλουν, κατηγορεί τους άλλους για τις δικές του αδυναμίες, δεν μπορεί να ανεχθεί απογοητεύσεις, αυτομειώνεται και είναι ευάλωτο. Πώς κτίζεται όμως η αυτοπεποίθηση; Η αυτοπεποίθηση κτίζεται όταν εκφράζει κανείς σταθερά τις επιθυμίες του, όταν μαθαίνει να παίρνει την ευθύνη για τα συναισθήματα του, όταν εστιάζεται σε αυτά που μπορεί να καταφέρει και όταν φέρεται κανείς στον εαυτό του με τον τρόπο που θέλει οι άλλοι να του φέρονται. Οι γονείς μπορούν να ενισχύσουν την αυτοπεποίθηση των παιδιών τους όταν δείχνουν ότι χαίρονται με τις επιτυχίες των παιδιών τους και το δείχνουν, και όταν είναι γενναιόδωροι με τους περιγραφικούς επαίνους. Ακόμη οι γονείς ενισχύουν τα παιδιά τους όταν τα μαθαίνουν να κάνουν θετικές αυτο-δηλώσεις, όταν αποφεύγουν τη γελοιοποίηση των παιδιών, αλλά και όταν διδάσκουν στα παιδιά τους τρόπους για το πώς να λαμβάνουν και να αξιολογούν τις αποφάσεις τους. Ένας πολύ εποικοδομητικός τρόπος είναι η άσκηση των παιδιών στην αυτοπειθαρχία. Ένα παιδί το οποίο πιστεύει και εκτιμά τον εαυτό του είναι πιο επιδέξιο σε κοινωνικές δεξιότητες. Με τον όρο κοινωνικές δεξιότητες ονομάζουμε τις καλές κοινωνικές δεξιότητες που επιτρέπουν στο παιδί να γνωρίζει τι πρέπει να πει και πώς να κάνει καλές επιλογές, αλλά και πώς να συμπεριφερθεί σε διαφορετικές συνθήκες. Οι καλές κοινωνικές δεξιότητες αποτελούν τη βάση για την καλή σχολική επίδοση, την ορθή συμπεριφορά, τις υγιείς οικογενειακές σχέσεις, καθώς και τη συμμετοχή σε εξωσχολικές δραστηριότητες. Πώς όμως αποκτά ένα παιδί θετικές κοινωνικές δεξιότητες; Συνήθως η διαχείριση του θυμού και των συγκρούσεων, η κατανόηση κι αναγνώριση της γνώμης των άλλων, η δυνατότητα διαπραγμάτευσης και αντίστασης με τους συνομηλίκους, η ενεργητική ακρόαση και η αποδοχή και ανοχή του διαφορετικού λειτουργούν υποβοηθητικά στη δόμηση θετικών κοινωνικών δεξιοτήτων. Αν τοποθετούσαμε τις κοινωνικές δεξιότητες σε κατηγορίες, θα αναφέραμε τέσσερεις κατηγορίες: τις δεξιότητες επιβίωσης, τις διαπροσωπικές δεξιότητες, τις δεξιότητες λύσης προβλημάτων και τις δεξιότητες λύσης των συγκρούσεων. Θα λέγαμε λοιπόν πως ένα παιδί που μπορεί να ακολουθεί οδηγίες και αγνοεί περισπάσεις έχει έναν επαρκή δείκτη δεξιότητων επιβίωσης. Όσον αφορά τις διαπροσωπικές δεξιότητες, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι ένα παιδί που μπορεί να συμμετάσχει στις δραστηριότητες και να περιμένει τη σειρά του έχει μια επαρκή ανταπόκριση διαπροσωπικής επικοινωνίας. Ακόμη, ένα παιδί που μπορεί να λύνει προβλήματα, να ζητά βοήθεια, να απολογείται και να δέχεται τις συνέπειες των πράξεών του, και ένα παιδί που αντιμετωπίζει την ήττα, τις κατηγορίες και την πίεση της ομάδας μπορεί να χαρακτηριστεί ως κοινωνικά δεξιότεχνο. Οι βασικές δεξιότητες αυτοελέγχου είναι πολύ σημαντικές για να αντεπεξέλθει το παιδί στις κοινωνικές προκλήσεις. Αναγνωρίζοντας τα συναισθήματά του το παιδί, παρατηρώντας προσεκτικά, καθυστερώντας την αντίδρασή του και γνωρίζοντας εναλλακτικές αντιδράσεις του, μπορεί να ελέγξει τις παρορμήσεις του αποτελεσματικά και να αντεπεξέλθει στις κοινωνικές προκλήσεις! ΑΡΙΣΤΟΝΙΚΗ ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ-ΤΡΥΦΩΝΙΔΟΥ MA, Msc, MAAT, PgP, PHD, Ψυχολόγος Εξελικτικής-Σχολικής κατεύθυνσης-Ψυχοθεραπεύτρια Δείτε ολόκληρο το άρθρο
-
- κοινωνικότητα
- αυτοπεποίθηση
-
(και 1 ακόμη)
Tagged with:
-
Η απόκτηση παιδιών βελτιώνει τις δεξιότητες των γυναικών
ένα άρθρο δημοσίευσε vicky86 σε Νέες Μελέτες
Οι γυναίκες «φημίζονται» για την ικανότητά τους να κάνουν πολλά πράγματα ταυτόχρονα. Πόσω μάλλον όσες είναι μανάδες… Εργαζόμενες και μη, είναι αυτές που ασχολούνται κυρίως με το νοικοκυριό και την ανατροφή των παιδιών: από το χέρι τους περνάει οτιδήποτε αφορά την οργάνωση και τάξη του σπιτιού, ενώ την ίδια ώρα μαγειρεύουν, πλένουν, σιδερώνουν, καθαρίζουν και προσέχουν τα παιδιά τους. Όσο απασχολημένες κι αν είναι όλο το 24ωρο, όπως έδειξε μια έρευνα που έγινε για λογαριασμό της Microsoft, η απόκτηση παιδιών κάνει τις γυναίκες καλύτερες στη δουλειά τους. Σύμφωνα με την έρευνα αυτή, η ανατροφή ενός παιδιού βελτιώνει τις βασικές δεξιότητες των γυναικών στο χώρο εργασίας. Σχεδόν τα δύο τρίτα των εργαζόμενων μανάδων (62%) δήλωσαν ότι έχουν γίνει καλύτερες στο λεγόμενο «multi-tasking», μετά την απόκτηση των παιδιών τους. Σχεδόν οι μισές (ποσοστό 46%) ανέφεραν ότι βελτιώθηκε η διαχείριση του χρόνου τους, ενώ περίπου το ένα τέταρτο αυτών (27%) είπαν ότι έγιναν καλύτερες στην οργάνωση. newsbeast.gr Στην έρευνα, όπως αναφέρει η MailOnline, συμμετείχαν 2.000 γυναίκες και 500 εργοδότες. Από τα αποτελέσματα αυτής φαίνεται πως και οι εργοδότες έχουν την ίδια άποψη με τις εργαζόμενες, με πάνω από τους μισούς (57%) να δηλώνουν ότι οι μητέρες-εργαζόμενες είναι καλύτερες στη συνεργασία, συγκριτικά με εκείνες που δεν έχουν παιδιά.-
- παιδιά
- δεξιότητες
-
(και 3 ακόμη)
Tagged with: