Ένα από τα προβλήματα που παρατηρούν συχνότερα οι δάσκαλοι στην υποχρεωτική εκπαίδευση και που προκαλεί μεγάλη ανησυχία στους γονείς είναι το πρόβλημα των σοβαρών και μόνιμων δυσκολιών, τις οποίες μερικά παιδιά, αν και προικισμένα με φυσιολογική νοημοσύνη, παρουσιάζουν στην εκμάθηση της ανάγνωσης (δυσλεξία) και της γραφής (δυσγραφία). Η ειδική αυτή διαταραχή διαφοροποιείται από τις ποικίλης φύσης δυσκολίες, τις σχετικές με τη σχολική εκμάθηση γενικά, μια και αναφέρεται ειδικά στην εκμάθηση της γραπτής γλώσσας.
Πραγματικά, μιλάμε για ειδική ή εξελικτική δυσλεξία προκειμένου για περιπτώσεις παιδιών με φυσιολογική νοημοσύνη, χωρίς σοβαρές ανεπάρκειες στην κινητικότητα ή στα αισθητήρια όργανα ούτε νευρολογικές διαταραχές, παιδιών που φοιτούν κανονικά στο σχολείο, που δεν εκδηλώνουν προβλήματα αναγόμενα στο κοινωνικό πολιτιστικό ή συναισθηματικό επίπεδο και τα οποία παρουσιάζουν σχολική απόδοση ικανοποιητική σε όλα τα πεδία, εκτός από εκείνα που σχετίζονται με δραστηριότητες συνδεδεμένες με την ανάγνωση ή τη γραφή.
Στις πιο πολλές περιπτώσεις, η φύση της διαταραχής αυτής δεν διαπιστώνεται και η συνεπόμενη σχολική αποτυχία αποδίδεται σε καθολική ανωριμότητα ή σε αμέλεια του παιδιού, οπότε οι δάσκαλοι ασκούν ακατάλληλες παιδαγωγικές παρεμβάσεις με αποτέλεσμα να αναπτύσσονται στο παιδί συναισθήματα κατωτερότητας, τα οποία επενεργούν αρνητικά στη διαμόρφωση της αυτοεκτίμησής του και καθιστούν δυσκολότερη την εξακρίβωση και τη λύση του προβλήματος.
Πώς εκδηλώνεται η δυσλεξία
Αξίζει, επομένως, να αποσαφηνίσουμε το πρόβλημα και στους μη ειδικούς, δηλαδή στο ευρύτερο κοινό. Πώς εκδηλώνεται η δυσλεξία; Πρώτα στη συμπεριφορά του παιδιού που, όταν του ζητάμε να διαβάσει, θα δείξει ανασφάλεια και στενοχώρια, αν όχι καθαρή άρνηση, υποκινούμενη από καθαυτό ανικανότητα ή από έλλειψη ενδιαφέροντος.
Η ανάγνωση από τα παιδιά αυτά γίνεται πάντοτε αργά, διστακτικά, με συχνές επαναλήψεις λέξεων ή συλλαβών και με αρκετά χαρακτηριστικά λάθη, σύγχυση συμβόλων που μοιάζουν, αλλά έχουν διαφορετικό προσανατολισμό στον χώρο (ε-3, β-δ, β-θ) , σύγχυση ανάμεσα σε γράμματα με ίδιο ήχο (ι-η, ε-αι, β-π) ή ανάμεσα σε σχήματα που διαφέρουν ελαφρά μεταξύ τους (ζ-ξ , ν-υ), αντιστροφές γραμμάτων ή συλλαβών, υποκαταστάσεις λέξεων με άλλες που έχουν παρόμοιο ήχο ή σχήμα, παραλείψεις γραμμάτων ή δύσκολων σε περίπτωση γνωστών λέξεων.
Τα λάθη αυτά είναι φυσικά στον πρώτο και στον δεύτερο χρόνο του δημοτικού: συνεπώς δεν εμφανίζονται όλα στο ίδιο παιδί, ούτε αποτελούν έναν τύπο σφάλματος που επικρατεί. Η ποικιλότητα των επιδόσεων στην ανάγνωση είναι ένα άλλο χαρακτηριστικό σύμπτωμα της δυσλεξικής διαταραχής. Όταν ο τρόπος αυτός της ανάγνωσης συνεχίζεται πέρα από τον τρίτο-τέταρτο χρόνο του δημοτικού και εφόσον το παιδί δεν πάσχει από κάποια ειδική νευρολογική διαταραχή, είναι λογικό να υποθέσουμε ότι πρόκειται για εξελικτική δυσλεξία, την οποία θα διαπιστώσουμε με τις κατάλληλες δοκιμασίες.
Τα αίτια της διαταραχής
Τα αίτια της διαταραχής μπορεί να είναι ποικίλα: ανωριμότητα της ψυχοκινητικής ανάπτυξης, κακή εσωτερίκευση της παράστασης του σωματικού σχήματος, δυσκολία προσανατολισμού στον χώρο, ετεροπλευρία, σαφής αριστεροχειρία, καθυστερήσεις στη διάρθρωση, ελαττώματα στην οπτική και ακουστική αντίληψη, προβλήματα συνδεόμενα με ανεπαρκή ανάπτυξη της ικανότητας συμβολισμού, παράγοντες που σχετίζονται με συναισθήματα και κίνητρα, ανεπάρκεια πολιτιστικών ερεθισμάτων.
Όπως και να είναι, δεν υπάρχουν μονοσήμαντες εξηγήσεις της εξελικτικής δυσλεξίας: ως διαταραχή της ανάπτυξης, δεν παρουσιάζει μια μοναδική και χρονικά όμοια εικόνα, αλλά υπάρχουν πολλές μορφές δυσλεξίας, οι οποίες, αν και παρουσιάζουν τυπικά, περιοδικά στοιχεία, διαμορφώνονται διαφορετικά ως προς τους χρόνους εμφάνισης και το επίπεδο βαρύτητας της διαταραχής, και των οποίων η εξέλιξη εξαρτάται από τις μεθόδους αποκατάστασης, από το αν η διαταραχή γίνεται αντιληπτή από το παιδί, από την οικογένειά του και από το σχολείο και από τις ασκούμενες παιδαγωγικές και θεραπευτικές επεμβάσεις.
Πρόληψη και θεραπεία
Είναι δυνατή η πρόβλεψη και η πρόληψη των δυσκολιών του δυσλεκτικού παιδιού πριν αυτές εκδηλωθούν, πριν δηλαδή το παιδί αρχίσει να διαβάζει και, αν γίνει η διάγνωση δυσλεξίας, ποιες είναι οι επεμβάσεις αποκατάστασης που πρέπει να γίνουν;
Μερικοί υποστηρίζουν ότι μια προδιάθεση στη δυσλεξία μπορεί να παρατηρηθεί σε παιδιά με αντιληπτικά κενά, με καθυστέρηση στην ομιλία, με πολύ ελλιπή μνήμη. Έχει επομένως βασική σημασία το να υποκινούμε στα παιδιά, από την προσχολική ηλικία, τους αντιληπτικούς - κινητικούς τρόπους συμπεριφοράς, οι οποίοι μαζί με την ανάπτυξη της αντίληψης του χώρου, τη χρονική διάρθρωση και τη ρηματική γλώσσα αποτελούν τις προϋποθέσεις για την εκμάθηση της ανάγνωσης και της γραφής.
Η υποκίνηση αυτή είναι έργο των γονιών και του νηπιαγωγείου. Σε περίπτωση που διαπιστωθεί πως πρόκειται για δυσλεκτικό παιδί, υπάρχουν ειδικές μέθοδοι αποκατάστασης, οι οποίες εφαρμόζονται από προσωπικό ειδικευόμενο στην εκπαίδευση, στη λογοπαιδεία, στην ψυχοκίνηση με την απαραίτητη συμπαράσταση του δασκάλου και της οικογένειας.
Όταν η διάγνωση γίνει εγκαίρως και υπάρχει στενή συνεργασία μεταξύ όλων εκείνων που ασχολούνται με την αγωγή του παιδιού, η θεραπεία αποκατάστασης μπορεί να δώσει θαυμάσια αποτελέσματα. Πολύ σημαντικό είναι, εξάλλου, κατά τη διάρκεια της επανεκπαίδευσης, καθώς μπορεί να είναι μακροχρόνια και κοπιαστική και να μη δώσει άμεσα αποτελέσματα.
Αποκατάσταση ως καθολική αγωγή
Γενικά η αποκατάσταση δεν ασκείται προς ορισμένη κατεύθυνση, αλλά σχετίζεται με ολόκληρη τη ζωή του παιδιού και, επομένως, δεν αποβλέπει αποκλειστικά στην ανάκτηση των γνωστικών ικανοτήτων, αλλά σε μια καθολική αγωγή, που συντελείται τόσο με την ανάπτυξη στο παιδί των κινήτρων για γνώση, όσο και με την καθολική σωματική ανάπτυξη.
ΑΝΔΡΕΑΣ Φ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Επίτιμος Σχολικός Σύμβουλος, Ειδικός Παιδαγωγός, Πολιτικός Επιστήμονας
Recommended Comments
Δεν υπάρχει κάποιο σχόλιο