Εκτέλεση της Αναζήτησης
Εμφάνιση αποτελεσμάτων με ετικέτες 'σύλληψη' .
Βρέθηκαν 8 αποτελέσματα
-
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την Όντρεϊ Γκάσκινς της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό επαγγελματικής και περιβαλλοντικής ιατρικής «Occupational and Environmental Medicine», σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, μελέτησαν 1.739 νοσοκόμες που προσπαθούσαν να μείνουν έγκυες. Περίπου το ένα τρίτο δούλευαν τουλάχιστον 40 ώρες και το 40% έπρεπε συχνά να σηκώνουν βάρη. Η ανάλυση έδειξε ότι όσες γυναίκες δούλευαν πάνω από 40 ώρες εβδομαδιαίως, χρειάζονταν κατά μέσο όρο 20% περισσότερο χρόνο για να «πιάσουν» παιδί, σε σχέση με όσες δούλευαν 21 έως 40 ώρες. Επίσης, όσες σήκωναν ή μετακινούσαν βάρη τουλάχιστον 12 κιλών αρκετές φορές μέσα στη μέρα, παρέτειναν τον χρόνο σύλληψης παιδιού έως 50% (ιδίως οι υπέρβαρες ή παχύσαρκες), σε σχέση με όσες δεν χρειαζόταν να κάνουν κάτι τέτοιο στην εργασία τους. Από την άλλη, η εργασία σε νυχτερινές ή εναλλασσόμενες βάρδιες δεν φαίνεται να παρατείνει τον χρόνο της σύλληψης. «Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι η βαριά δουλειά, τόσο σε όρους σωματικής εξάντλησης, όσο και μεγάλου ωραρίου, φαίνεται να έχει επιζήμια επίπτωση στην ικανότητα των γυναικών να μείνουν έγκυες», δήλωσε η Γκάσκινς. Τα περισσότερα υγιή ζευγάρια συλλαμβάνουν παιδί μέσα σε τρεις έως έξι μήνες, ενώ μπορεί να χρειασθούν περισσότερο χρόνο αν έχουν προχωρημένη ηλικία, ιατρικά προβλήματα, είναι καπνιστές ή πίνουν πολύ αλκοόλ. Οι γυναίκες που θέλουν να μείνουν γρήγορα έγκυες, σύμφωνα με τους ειδικούς, πρέπει να έχουν κανονικό βάρος, να ασκούνται σωματικά, να αποφεύγουν το κάπνισμα και το στρες, καθώς επίσης να κάνουν σεξ τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα. Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ – Capitalhealth
-
Οι γυναίκες που δουλεύουν περισσότερες από 40 ώρες την εβδομάδα, καθώς και όσες στην εργασία τους πρέπει συχνά να σηκώνουν βαριά φορτία, μένουν πιο αργά έγκυες, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα. Οι ερευνητές, με επικεφαλής την Όντρεϊ Γκάσκινς της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό επαγγελματικής και περιβαλλοντικής ιατρικής «Occupational and Environmental Medicine», σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters, μελέτησαν 1.739 νοσοκόμες που προσπαθούσαν να μείνουν έγκυες. Περίπου το ένα τρίτο δούλευαν τουλάχιστον 40 ώρες και το 40% έπρεπε συχνά να σηκώνουν βάρη. Η ανάλυση έδειξε ότι όσες γυναίκες δούλευαν πάνω από 40 ώρες εβδομαδιαίως, χρειάζονταν κατά μέσο όρο 20% περισσότερο χρόνο για να «πιάσουν» παιδί, σε σχέση με όσες δούλευαν 21 έως 40 ώρες. Επίσης, όσες σήκωναν ή μετακινούσαν βάρη τουλάχιστον 12 κιλών αρκετές φορές μέσα στη μέρα, παρέτειναν τον χρόνο σύλληψης παιδιού έως 50% (ιδίως οι υπέρβαρες ή παχύσαρκες), σε σχέση με όσες δεν χρειαζόταν να κάνουν κάτι τέτοιο στην εργασία τους. Από την άλλη, η εργασία σε νυχτερινές ή εναλλασσόμενες βάρδιες δεν φαίνεται να παρατείνει τον χρόνο της σύλληψης. «Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι η βαριά δουλειά, τόσο σε όρους σωματικής εξάντλησης, όσο και μεγάλου ωραρίου, φαίνεται να έχει επιζήμια επίπτωση στην ικανότητα των γυναικών να μείνουν έγκυες», δήλωσε η Γκάσκινς. Τα περισσότερα υγιή ζευγάρια συλλαμβάνουν παιδί μέσα σε τρεις έως έξι μήνες, ενώ μπορεί να χρειασθούν περισσότερο χρόνο αν έχουν προχωρημένη ηλικία, ιατρικά προβλήματα, είναι καπνιστές ή πίνουν πολύ αλκοόλ. Οι γυναίκες που θέλουν να μείνουν γρήγορα έγκυες, σύμφωνα με τους ειδικούς, πρέπει να έχουν κανονικό βάρος, να ασκούνται σωματικά, να αποφεύγουν το κάπνισμα και το στρες, καθώς επίσης να κάνουν σεξ τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα. Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ – Capitalhealth Δείτε ολόκληρο το άρθρο
-
Όμως, στην πορεία, η ζυγαριά γέρνει υπέρ των αγοριών, καθώς περισσότερα κορίτσια πεθαίνουν πριν τη γέννηση, μέσα στη μήτρα της μητέρας τους. Αυτό είναι το συμπέρασμα μιας νέας αμερικανοβρετανικής επιστημονικής έρευνας, με επικεφαλής τον Ντέηβιντ Ζάκερμαν της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Πρακτικά της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών» (PNAS) των ΗΠΑ. Η νέα μελέτη έρχεται σε αντίθεση με την ευρέως διαδεδομένη αντίληψη ότι, ήδη κατά τη σύλληψη, υπερτερούν τα αγόρια. Στην πραγματικότητα, η αναλογία αγοριών – κοριτσιών είναι 50% – 50% στην αρχή, αλλά ανατρέπεται αργότερα. Οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία για σχεδόν 140.000 έμβρυα, τα οποία, λόγω γενετικών προβλημάτων, παρακολουθούνταν σε κλινικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής σε διάφορες χώρες. Τα έμβρυα ήσαν τριών έως έξι ημερών και η κατανομή μεταξύ των δύο φύλων ήταν ισομερής. Από αυτό, οι επιστήμονες συμπέραναν ότι ήδη από την πρώτη στιγμή υπήρχε μια ανάλογη ισοδυναμία μεταξύ αρσενικών και θηλυκών εμβρύων. Η έρευνα κατέγραψε την κατοπινή αναλογία μεταξύ των φύλων σε διάφορα στάδια της κύησης. Όπως διαπιστώθηκε, η αναλογία υπέρ των αγοριών αυξάνει ήδη από το πρώτο τρίμηνο, ενώ τα κορίτσια είναι πιθανότερο καθ” όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, σε σχέση με τα αγόρια, να πεθάνουν προτού γεννηθούν, κυρίως εξαιτίας ενδογενών γενετικών παραγόντων. Σύμφωνα με τις διεθνείς στατιστικές, κάθε χρόνο στη Γη γεννιούνται περίπου 105 αγόρια, για κάθε 100 κορίτσια. Η ανισορροπία αυτή παρατηρήθηκε εδώ και αιώνες και είναι τελικά φυσικό φαινόμενο, που δεν οφείλεται στην επιλεκτική έκτρωση των κοριτσιών, κάτι που συνηθίζεται (δυστυχώς) σε ορισμένες περιοχές του πλανήτη. Πηγή:enikos.gr
-
Σύμφωνα με όσα δημοσιεύονται στην επιθεώρηση «Journal of Cell Science», αιτία είναι ένας μοριακός «διακόπτης», ο οποίος επεμβαίνει στην «επικοινωνία» του εμβρύου με τη μήτρα της γυναίκας, με συνέπεια να μην το αφήνει να εμφυτευθεί σε αυτήν ώστε να αναπτυχθεί. Το 37% σχεδόν των κύκλων της εξωσωματικής πιστεύεται ότι αποτυγχάνουν, επειδή το έμβρυο δεν εμφυτεύεται στο τοίχωμα της μήτρας. Όπως προκύπτει από τα στατιστικά στοιχεία, το ποσοστό επίτευξης κύησης ανά εμβρυομεταφορά υπολογίζεται σε 30% κατά μέσον όρο (στις νέες γυναίκες είναι περίπου 40-50% και στις 40άρες πολύ μικρότερο), ενώ το ποσοστό γέννησης ζωντανού παιδιού περίπου 25%. Στις γυναίκες με επαναλαμβανόμενες τέτοιου είδους αποτυχίες εντοπίζονται υψηλά επίπεδα ενός μορίου, που λέγεται microRNA-145, ωστόσο έως τώρα δεν ήταν γνωστό πως ακριβώς λειτουργεί. Για τις ανάγκες της μελέτης, οι ερευνητές εξέτασαν το μόριο αυτό σε πειράματα στο εργαστήριο, διαπιστώνοντας πως εμποδίζει την παραγωγή μιας πρωτεΐνης που παίζει καθοριστικό ρόλο στην επιτυχία της εμφύτευσης. «Όταν ένα έμβρυο είναι έτοιμο για εμφύτευση, η τοποθέτησή του προγραμματίζεται προσεκτικά ώστε να συμπέσει με ένα «παράθυρο» μέγιστης δεκτικότητας της μήτρας. Το «παράθυρο» αυτό είναι ανοικτό για χρονικό διάστημα τεσσάρων ημερών και, όπως ανακαλύψαμε, στη διάρκειά του ο οργανισμός παράγει μεγάλες ποσότητες της πρωτεΐνης IGF1R, η οποία είναι απαραίτητη για την εμφύτευση», εξηγεί ο επικεφαλής καθηγητής Αναπαραγωγικής Βιοϊατρικής, δρ Τζων Άπλιν. Πλέον, οι ερευνητές πιστεύουν πως, αν βρεθούν φάρμακα που θα αδρανοποιούν αυτό τον διακόπτη, τα ποσοστά επιτυχίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης θα αυξηθούν κατά σχεδόν 40%. Πηγή: onmed.gr
-
- Εξωσωματική
- μοριακός διακόπτης
-
(και 2 ακόμη)
Tagged with:
-
Μικρά μυστικά για να αυξήσετε τις πιθανότητες να μείνετε έγκυος
ένα άρθρο δημοσίευσε vicky86 σε Σύλληψη και γονιμότητα
Αυτό βέβαια δεν εξαρτάται από εκείνον. Εμείς θα σας δώσουμε μερικά tips που αν τα ακολουθήσετε, θα έχετε μεγαλύτερες πιθανότητες να μείνετε έγκυος, χωρίς να ταλαιπωρηθείτε! • Αυξήστε τη συχνότητα των ερωτικών σας επαφών. Οι πιο κατάλληλες μέρες είναι μεταξύ της 1ης και της 3ης πριν την ωορρηξία. • Υπάρχουν στάσεις που βοηθούν περισσότερο την σύλληψη! Επιλέξτε μία που επιτρέπει τη βαθιά διείσδυση. • Αν έρθετε σε οργασμό, έχετε κα μεγαλύτερες πιθανότητες να συλλάβετε. Είναι κάτι που το επισημαίνουν οι επιστήμονες βασιζόμενοι σε έρευνες που έχουν έρθει στο φως της δημοσιότητας. • Διώξτε το άγχος. Είναι ο εχθρός της σύλληψης, καθώς επηρεάζει τις ορμόνες που δίνουν εντολή στις ωοθήκες σας να απελευθερώσουν ωάρια. • Κόψτε τις ανθυγιεινές σας συνήθειες! Ποιες μπορεί να είναι αυτές; Από κακή διατροφή, μέχρι πολύ κάπνισμα και πολύ αλκοόλ. Ο οργανισμός σας θα πρέπει να είναι υγιής. • Αν έχετε παραπάνω κιλά, καλό είναι να προσπαθήσετε να τα χάσετε. Το ίδιο συμβαίνει αντίστοιχα κι αν είστε πολύ αδύνατη. Θα πρέπει να ακολουθήσετε μία διατροφή με την οποία θα επιστρέψετε στα φυσιολογικά επίπεδα βάρους. stogiatro.gr -
Πειράματα σε ζώα είχαν δείξει ότι η διατροφή όχι μόνο κατά την εγκυμοσύνη, αλλά και λίγο πριν από αυτήν, μπορεί να ενεργοποιήσει και να απενεργοποιήσει κατά περίπτωση διάφορα γονίδια, ενώ τώρα για πρώτη φορά διαπιστώθηκε ότι κάτι ανάλογο συμβαίνει και στους ανθρώπους. Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Μπράνγουεν Χένιγκ της Σχολικής Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό "Nature Communications", σύμφωνα με το BBC, έβγαλαν τα συμπεράσματά τους παρακολουθώντας μια ομάδα περίπου 165 γυναικών στην αφρικανική Γκάμπια, όπου οι μεγάλες εποχικές αλλαγές του κλίματος μεταξύ των διαδοχικών περιόδων ξηρασίας και βροχών έχει ως συνέπεια να υπάρχουν αντίστοιχα μεγάλες διαφορές στη διατροφή των ανθρώπων. Οι μισές από τις γυναίκες της μελέτης είχαν γεννήσει στο αποκορύφωμα της ξηρής περιόδου και οι άλλες μισές στο απόγειο της υγρής. Οι ερευνητές μέτρησαν τα επίπεδα των θρεπτικών ουσιών σε δείγματα αίματος που πήραν από τις γυναίκες, ενώ στη συνέχεια, δύο έως οκτώ μήνες μετά τον τοκετό, ανέλυσαν το DΝΑ των μωρών τους. Η ανάλυση έδειξε ότι όντως, ανάλογα με τη διατροφή που είχε προηγηθεί κατά την εποχή της σύλληψης, τα γονίδια των παιδιών εμφάνιζαν διαφορετικό «προφίλ» ενεργοποίησης. Οι επιστήμονες τόνισαν ότι οι γυναίκες που σκοπεύουν να κάνουν παιδί, καθώς επίσης αυτές που μένουν έγκυες, πρέπει να ακολουθούν μια ισορροπημένη διατροφή. «Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι η μητρική διατροφή πριν τη σύλληψη και στην αρχή της εγκυμοσύνης είναι σημαντική και μπορεί να έχει επιπτώσεις για την υγεία της επόμενης γενιάς», δήλωσε η Μπράνγουεν Χένιγκ. Η μελέτη των πειραματόζωων είχε δείξει ότι ακόμη και το χρώμα του τριχώματος των απογόνων μπορεί να επηρεαστεί από τη διατροφή της μητέρας. Η επίπτωση αυτή θεωρείται επιγενετική, καθώς το DNA τροποποιείται από χημικές αλλαγές που επιφέρει το περιβάλλον (στη συγκεκριμένη περίπτωση η μητρική διατροφή). Ο δρ Ρομπ Γουότερλαντ του Ιατρικού Κολλεγίου Μπέιλορ, στο Χιούστον του Τέξας, δήλωσε ότι η νέα έρευνα αποτελεί απόδειξη -και στους ανθρώπους πλέον- ότι η διατροφή της μητέρας έχει επιγενετικές συνέπειες για το παιδί της. Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
-
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.) ένα στα έξι ζευγάρια παρουσιάζει πρόβλημα στο να συλλάβει παιδί, ενώ ένα στα δέκα χρειάζεται ιατρική βοήθεια και αναμφισβήτητα αυτά τα ποσοστά είναι πολύ μεγαλύτερο από ό,τι παλαιότερα. Η απόφαση δηλαδή για την απόκτηση ενός παιδιού, όταν παρθεί, δεν είναι απαραίτητο να καταλήξει αυτομάτως στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Υπογονιμότητα ονομάζεται η αδυναμία σύλληψης μετά από έναν χρόνο φυσιολογικών, ελεύθερων, τακτικών σεξουαλικών επαφών. Προσοχή όμως, υπογονιμότητα σε καμμία περίπτωση δε σημαίνει και στειρότητα. Η στειρότητα είναι ένας όρος που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις ζευγαριών που δεν έχουν καμιά απολύτως πιθανότητα, με την χρήση οποιασδήποτε θεραπευτικής αγωγής, να επιτύχουν σύλληψη. Αντίθετα, ο όρος υπογονιμότητα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κάθε ζευγάρι που, αν και φαινομενικά αδυνατεί να τεκνοποιήσει, στην πραγματικότητα, με την χρήση κατάλληλων θεραπευτικών χειρισμών, είναι σε θέση τελικά να επιτύχει κύηση. Η υπογονιμότητα μπορεί να χωριστεί σε δύο τύπους. Προτοπαθής, όταν δεν υπάρχει προηγούμενη εγκυμοσύνη. ( περίπου 40% των περιπτώσεων). Δευτεροπαθής, όταν υπάρχει προηγούμενη εγκυμοσύνη, οποιοδήποτε και αν ήταν το αποτέλεσμα αυτής. (περίπου 60% των περιπτώσεων). Αν και η υπογονιμότητα από μόνη της δεν απειλεί την υγεία, ωστόσο έχει σοβαρές επιπτώσεις στη ψυχική υγεία των ζευγαριών. Πότε πρέπει να συμβουλευθείτε το γιατρό Αυτό εξαρτάται άμεσα από την ηλικία της γυναίκας. Εάν είναι πάνω από 35 χρόνων και προσπαθεί σωστά για έξι μήνες χωρίς αποτέλεσμα, πρέπει να απευθυνθεί σε κάποιο γιατρό. Και αυτό κυρίως για να κερδίσει χρόνο καθώς, έστω και αν τελικά δεν έχει κάποιο πρόβλημα, η προχωρημένη ηλικία και μόνο είναι ικανή να τη δυσκολέψει αφάνταστα. Πρέπει να γνωρίζετε ότι η γυναικεία γονιμότητα αρχίζει να μειώνεται μετά την ηλικία των 30 ετών και επιδεινώνεται από την ηλικία των 35 ετών. Εάν όμως η γυναίκα είναι νεότερη, το ζευγάρι μπορεί να περιμένει προσπαθώντας φυσιολογικά μέχρι και ένα χρόνο. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί ότι το πρόβλημα αυτό αφορά εξίσου και τους δύο συντρόφους. Απο παλιά η υπογονιμότητα είχε αποδοθεί στον γυναικείο παράγοντα, όμως στην πραγματικότητα ο ανδρικός παράγοντας ευθύνεται εξίσου. Πιο συγκεκριμένα :στο 40% των περιπτώσεων το αίτιο εντοπίζεται στην γυναίκα, στο 40% στον άνδρα, ένα 10% και στους δύο και το υπόλοιπο 10% το αίτιο της υπογονιμότητας είναι ανεξήγητο. Για το λόγο αυτό, σε κάθε συζήτηση ή θεραπευτικό χειρισμό που αφορά το πρόβλημα της υπογονιμότητας κρίνεται απαραίτητη η ουσιαστική συμμετοχή και των δύο συντρόφων.
-
- υπογονιμότητα
- σύλληψη
-
(και 1 ακόμη)
Tagged with: