Εκτέλεση της Αναζήτησης
Εμφάνιση αποτελεσμάτων με ετικέτες 'πρόωρα μωρά' .
Βρέθηκαν 1 αποτέλεσμα
-
Η προωρότητα σύμφωνα με αυτόν τον ορισμό διαφοροποιείται από το «χαμηλό βάρος γέννησης», το οποίο αφορά βρέφη που έχουν γεννηθεί με βάρος μικρότερο των 2.500 γρ. Το «πολύ χαμηλό βάρος γέννησης» αναφέρεται σε βρέφη που γεννήθηκαν με βάρος μικρότερο των 1.500 γρ., ενώ το «ελάχιστο βάρος γέννησης» σε βρέφη που γεννήθηκαν μικρότερα από 1.000γρ. Πριν από το 1960 η προωρότητα οριζόταν με το βάρος γέννησης (βρέφη μικρότερα από 2.500γρ.), επειδή το βάρος γέννησης ήταν ο πιο αξιόπιστος δείκτης αξιολόγησης του κινδύνου νοσηρότητας και θνησιμότητας των βρεφών. Το 1967 οι Battaglia and Lubchenco μελετώντας την κατανομή των γεννήσεων με βάση της εβδομάδες κύησης, έθεσαν το όριο των 38 εβδομάδων κύησης προκειμένου να θεωρείται ένα βρέφος τελειόμηνο. Επομένως, τα βρέφη μπορούν να κατηγοριοποιηθούν ως πρόωρα όταν γεννιούνται πριν τις 38 εβδομάδες κύησης και τελειόμηνα όταν γεννιούνται μεταξύ 38-42 εβδομάδες. Τα πρόωρα νεογνά, αλλά και αυτά με χαμηλό βάρος και με άλλα προβλήματα υγείας, αμέσως μετά τη γέννησή τους πηγαίνουν στη Μονάδα Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών, όπου νοσηλεύονται. Τα νεογνά τοποθετούνται στη θερμοκοιτίδα, που αποτελεί το τεχνητό περιβάλλον, το οποίο παρέχει τις κατάλληλες συνθήκες για την προστασία τους, δηλαδή, μοιάζει με το περιβάλλον της μήτρας. Εκεί τα μωρά θα συνεχίσουν την ανάπτυξή τους μέχρι να ξεπεράσουν τα όποια προβλήματα έχουν. Πρόκειται για έναν χώρο απόλυτα ελεγχόμενο και προστατευμένο, που, ωστόσο, εκθέτει το μωρό σε επώδυνα ερεθίσματα, όπως δυνατό φωτισμό, συνεχείς ιατρικές εξετάσεις, αλλά και τον αποχωρισμό από τους γονείς του για όσο διάστημα κρατάει η νοσηλεία του. Έχουν γίνει πολλές μελέτες σχετικά με την επίδραση που έχει ο αποχωρισμός του μωρού από τη μητέρα του, με αποτέλεσμα να γίνουν σημαντικές μεταρρυθμίσεις στα μαιευτήρια και να επιτρέπουν την επαφή γονέων – νεογνών. Η πιο μεγάλη αλλαγή στη φροντίδα των πρόωρων νεογνών όμως, προήλθε από την Κολομβία. Εκεί λόγω οικονομικών δυσχερειών, οι οποίες δεν επέτρεπαν να υπάρχει επάρκεια σε θερμοκοιτίδες για όλα τα μωρά, αποφασίστηκε ύστερα από τη γέννησή τους να πηγαίνουν στις μητέρες τους, αντί στις θερμοκοιτίδες και αυτές να τα ακουμπούν πάνω στο σώμα τους και να τα θηλάζουν. Η μέθοδος αυτή ονομάστηκε «φροντίδα καγκουρό» και η εφαρμογή της είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της θνησιμότητας, της νοσηρότητας και της εγκατάλειψης των βρεφών. Διαπιστώθηκε ότι η τροφή, η ζεστασιά και η φροντίδα των γονιών μπορούν να βοηθήσουν στην ανάπτυξη των βρεφών τους. Παράλληλα, οι γονείς, αναλαμβάνοντας τη φροντίδα των παιδιών τους αποκτούν περισσότερη εμπιστοσύνη στις ικανότητές τους. Η μέθοδος αυτή έχει υιοθετηθεί από τις ανεπτυγμένες χώρες και σήμερα αποτελεί μια ευρέως χρησιμοποιούμενη μέθοδο στην αντιμετώπιση της προωρότητας. Παρόλα αυτά, η χρήση της στην Ελλάδα είναι ακόμα πολύ περιορισμένη. από την Όλγα Μάντη, Εξελικτική και Σχολική Ψυχολόγο MSc http://enarthro.blogspot.gr/