Από την Άννα Ιωαννίδου, MSc Σχολική & Εξελικτική Ψυχολόγο
Η πρακτική ύπνου του να μοιράζεται ένα βρέφος ή ένα μικρό παιδί το ίδιο κρεβάτι (bed-sharing) ή το ίδιο δωμάτιο (co-sleeping) με τη μητέρα του είναι καταρχήν μια πρακτική που φαίνεται να διαφοροποιείται από χώρα σε χώρα και μια συνήθεια που αντιμετωπίζεται από ειδικούς και μη ειδικούς πολύ διαφορετικά.
Πριν από τη δεκαετία του ’80 στις χώρες του δυτικού κόσμου επικρατούσε η αντίληψη ότι το να κοιμάται το παιδί με τους γονείς του –ή συχνότερα, στο ίδιο κρεβάτι με τη μητέρα του- οδηγεί σε αρνητικά αποτελέσματα. Οι γιατροί αποθάρρυναν τους γονείς να κοιμούνται με τα παιδιά τους, προκειμένου να μην τους δημιουργήσουν κακές συνήθειες, διαταραχές ύπνου, να μην τα κάνουν εξαρτημένα, καθώς και να μην βλάψουν το γάμο τους. Μάλιστα, αναζητούσαν τρόπους να εξαλείψουν την ανάγκη τροφής των βρεφών κατά τη διάρκεια της νύχτας, ώστε να αποφευχθεί η όποια πιθανότητα να κοιμηθούν μαζί παιδιά και γονείς.
Ωστόσο, οι διαπολιτισμικές και ανθρωπολογικές μελέτες δείχνουν ότι το να κοιμούνται μητέρα και βρέφος μαζί έχει ως συνέπεια τον καλύτερο συγχρονισμό στο ρυθμό του ύπνου και ξύπνιου και των δύο. Όταν μητέρα και βρέφος κοιμούνται μαζί, υπάρχει μεγαλύτερη ανταλλαγή αισθητηριακών ερεθισμάτων, όπως περισσότερη βλεμματική επαφή ή άγγιγμα. Δεδομένης της σχετικής ανωριμότητας του βρέφους, μέσα από αυτήν την άμεση και συνεχή ανταλλαγή ερεθισμών με τη μητέρα, συστήματα, όπως το καρδιαγγειακό, το αναπνευστικό, το κεντρικό νευρικό και η ομοιόσταση ρυθμίζονται και σταθεροποιείται η λειτουργία τους. Επιπλέον, τα βρέφη που κοιμούνται με τους γονείς τους έχουν λιγότερους ενύπνιους τρόμους, νυχτερινούς εφιάλτες και, γενικά, ο ύπνος τους είναι πιο ήσυχος και με λιγότερο κλάμα. Το μοίρασμα κρεβατιού επιτρέπει την άμεση αντίδραση στα επεισόδια πείνας και αυξάνει τη συχνότητα του θηλασμού. Δίνει στη μητέρα τη δυνατότητα να θηλάζει χωρίς να ξυπνάει εξ’ ολοκλήρου τη νύχτα, κάτι που ειδικά στις εργαζόμενες μητέρες φαίνεται να βοηθά στην παραγωγή γάλακτος, αλλά και τις δίνει την αίσθηση καλύτερης ποιότητας ύπνου. Οι ανθρωπολόγοι επισημαίνουν ότι το μοίρασμα κρεβατιού, όταν γίνεται με ασφάλεια και κατ’ επιλογή, αυξάνει το θηλασμό, αλλά και συμβάλει στη βελτίωση των σχέσεων μέσα στην οικογένεια. Ακόμη, μοιάζει το βρέφος να κοιμάται (ή να αξιολογείται πιο ευνοϊκά από τις μητέρες) για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Για κάποιους ανθρωπολόγους, μάλιστα, φαίνεται αυτή η πρακτική ύπνου να προστατεύει από το σύνδρομο αιφνίδιου βρεφικού θανάτου (SIDS). Επίσης, η συνεχής και υπεύθυνη φροντίδα φαίνεται να προωθεί την ανάπτυξη της εμπιστοσύνης και ασφάλειας στα μικρά παιδιά. Η πρακτική αυτή συμβάλλει στην ενδυνάμωση του δεσμού μητέρας-βρέφους, καθώς η μητέρα φαίνεται να γίνεται περισσότερο συναισθηματικά ευαίσθητη στις ανάγκες του βρέφους και το βρέφος πιο σίγουρο και με αυτοπεποίθηση, καθώς μεγαλώνει. Το να μοιράζεται μια μητέρα το κρεβάτι με το παιδί της θεωρείται από κάποιους ως μια συνεχής ψυχολογική ανατροφοδότηση και ότι ενδυναμώνει τη σχέση των δύο.
Στον αντίποδα, για πολλούς ειδικούς, καθώς το βρέφος μεγαλώνει, ωριμάζει σωματικά, αναπτύσσεται γνωστικά και γλωσσικά και αποκτά μια αυξανόμενη ικανότητα για αυτονομία και μια αίσθηση εαυτού ως ξεχωριστή οντότητα. Το να κοιμάται μόνο του φαίνεται να διευκολύνει την ανάπτυξη αυτών των σημαντικών ικανοτήτων. Αντίθετα, το μοίρασμα κρεβατιού δυσχεραίνει την ανάπτυξη της αυτονομίας και της ανεξαρτησίας και παγιώνει μια υπερβολική και μη υγιή εξάρτηση από τη μητέρα. Η φυσιολογική διαδικασία της ανάπτυξης της σεξουαλικής ταυτότητας μπορεί να διαταραχθεί, καθώς το παιδί υπερδιεγείρεται από τη νυχτερινή επαφή με το σώμα των γονέων του. Το παιδί χρειάζεται να αφεθεί σταδιακά στη διάρκεια της παιδικής και εφηβικής ηλικίας να κατανοήσει τη σεξουαλικότητά του, η οποία συμπορεύεται με τη σωματική και ψυχολογική του ωρίμανση. Επίσης, η ερωτική και σεξουαλική εγγύτητα των γονέων φαίνεται να δέχεται σημαντικό πλήγμα. Το βρέφος μπορεί να λειτουργήσει ακόμα και σαν ένας ανταγωνιστής για το ενδιαφέρον, την τρυφερότητα και την προσοχή ανάμεσα στους δύο ερωτικούς συντρόφους. Τέλος, υποστηρίζεται ότι το μοίρασμα κρεβατιού μπορεί να είναι επικίνδυνο για τη φυσική ασφάλεια του παιδιού, καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος καταπλακώματος, πνιγμού ή ασφυξίας, αλλά και για την υγεία του, στις περιπτώσεις που οι γονείς κάνουν χρήση ουσιών ή αλκοόλ και φαρμάκων.
Ωστόσο, είναι πολύ σημαντικό να επισημάνουμε ότι το πού κοιμούνται τα παιδιά δεν είναι μια επιφανειακή πρακτική φροντίδας, αλλά ένα πολυδιάστατο φαινόμενο που επηρεάζεται από ποικίλους παράγοντες, όπως οι πολιτισμικές αξίες και παραδόσεις, οι αντιλήψεις αναφορικά με τη διαπαιδαγώγηση του παιδιού (οι στόχοι ανατροφής), αλλά και ο τρόπος με τον οποίο «βλέπουν» οι γονείς τον ερχομό ενός παιδιού. Για το λόγο αυτό, είναι σημαντικό να λαμβάνουμε υπόψη την κουλτούρα μέσα στην οποία ζει μια οικογένεια. Οι γονείς δεν πρέπει να επικρίνονται για τις αποφάσεις τους. Είναι σημαντικό να γίνεται σεβαστή η όποια πρακτική που ακολουθούν. Επίσης, οι γονείς χρειάζεται να λαμβάνουν υπόψη τους κινδύνους που μπορεί να υπάρχουν σε αυτήν την πρακτική και να εξασφαλίζουν τις απαραίτητες ασφαλείς συνθήκες.
Κλείνοντας, είναι σημαντικό να λαμβάνεται υπόψη το πώς νιώθει ένας γονιός που κοιμάται με το παιδί του και το ποιοι λόγοι τον ωθούν να το κάνει. Συμπερασματικά, δεν θα μπορούσε να υποστηριχθεί εκ των προτέρων ότι είναι καλό ή κακό το να μοιράζεται το κρεβάτι του ένας γονιός με το παιδί του, χωρίς πρωτίστως να κατανοηθεί σε βάθος το ειδικό και γενικότερο πλαίσιο εντός του οποίου μια οικογένεια έχει επιλέξει αυτήν την πρακτική.
Στο παρόν άρθρο αντλήθηκαν δεδομένα από την ερευνητική πιλοτική εργασία των Ιωαννίδου Άννας, Μάντη Όλγας και Κούτσικου Βασιλικής, στα πλαίσια της μεταπτυχιακής τους εκπαίδευσης στη Σχολική & Εξελικτική Ψυχολογία.
Recommended Comments
Δεν υπάρχει κάποιο σχόλιο