Με την είσοδο στο δημοτικό η εξέλιξη της κοινωνικότητας στην προσαρμογή σε συνήθειες, κανόνες και κοινές συμπεριφορές στην ομάδα αποκτά μεγαλύτερο εύρος και παρουσιάζει καινούργια στοιχεία.
Η επιρροή που εξασκεί ο κόσμος του ενήλικα πάνω στο παιδί μέσα από τη σχολική διδασκαλία γίνεται πιο συστηματική.
Η μάθηση της ανάγνωσης και της γραφής προμηθεύει το παιδί ένα από τα πιο σημαντικά όργανα της κοινωνικότητας που εννοείται σαν καλλιέργεια, αφού είναι μια μέθοδος προσαρμογής σε ένα σύστημα κωδικοποίησης των κοινών δεδομένων των γνώσεων της ομάδας.
Το παιδί γίνεται γίνεται κύριος ενός συνόλου γνώσεων και υπολογισμένων συμπεριφορών που συνήθως συνοδεύουν αυτές τις γνωριμίες. Θεωρείται ότι το παιδάκι δέχεται διάφορες επιρροές (από τους δασκάλους, τους γονείς, τους φίλους, την τηλεόραση) και ότι σε ορισμένα σημεία αυτές οι διαφορετικές επιδράσεις δε συμφωνούν. Δημιουργείται τότε μια κατάσταση σύγκρουσης γιατί το παιδί δε ξέρει να δέχεται κανόνες αντίθετους εκείνων που έχει αφομοιώσει από την εκπαίδευση των γονέων.
Μπορεί έτσι να δημιουργηθεί σε αυτή την ηλικία και ακόμα πιο αργά μια ορισμένη δυσκολία στο να πάρει πραγματικά μέρος στη ζωή μιας ομάδας, μια τάση να συμπεριφέρεται με διαφορετικό τρόπο από τους άλλους και να μη συμμερίζεται ορισμένες κοινές αποφάσεις.
Μπορεί για παράδειγμα στο σχολείο ο δάσκαλος να ζητάει από το παιδί να μιλάει την επίσημη γλώσσα, ενώ το παιδί στο σπίτι να χρησιμοποιεί σταθερά μια άλλη γλώσσα και οι προσπάθειες του να μιλάει την επίσημη να γελοιοποιούνται.
Το ίδιο μπορεί να συμβεί όταν ο δάσκαλος προτείνει στα παιδιά ορισμένες πράξεις, όχι πατροπαράδοτες, οι οποίες στο σπίτι κρίνονται σαν χάσιμο χρόνου ή όταν δίνει βαθμούς ή ασκήσεις για το σπίτι και οι γονείς τον κρίνουν για αυτό σαν έναν κακό δάσκαλο.
Η συνεργασία μεταξύ του σχολείου και της οικογένειας είναι απαραίτητη πρώτα από όλα για να βοηθηθεί το παιδί και να μπορεί να ξεπερνάει αυτές τις συγκρούσεις. Σχολείο και οικογένεια έχουν κοινή την ευθύνη για να βοηθούν τα παιδιά να γίνονται πιο ώριμα, υπεύθυνα και ήρεμα. Οι γονείς και οι δάσκαλοι έχουν ξεχωριστούς ρόλους αλλά αλληλοσυμπληρώνονται στην ανάπτυξη του παιδιού.
Οι συζητήσεις με τους δασκάλους επιτρέπουν στους γονείς να μαθαίνουν πως συμπεριφέρεται το παιδί στο σχολείο, αν είναι κοινωνικό, αν έχει προβλήματα μάθησης, αν είναι αγχώδες ή ντροπαλό ή πολύ επιθετικό. Συγχρόνως επιτρέπουν στους δασκάλους να γνωρίζουν το μορφωτικό επίπεδο των γονιών και έτσι να καταλαβαίνουν καλύτερα τα προβλήματα που παρουσιάζονται και να μπορούν να βοηθούν το παιδί στην ένταξή του στο σχολείο.
Recommended Comments
Δεν υπάρχει κάποιο σχόλιο