Ωστόσο, φαίνεται ότι οι παραδοσιακές αντιλήψεις όσον αφορά το σχηματισμό της οικογένειας και την τεκνοποιία αλλάζουν και στη χώρα μας, όπως συνέβη στην υπόλοιπη Ευρώπη πριν από μερικές δεκαετίες.
Τα παραπάνω προκύπτουν από έρευνα του Βασίλειου Γαβαλά, λέκτορα στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου (Τμήμα Γεωγραφίας) και του Κώστα Ρόντου, αναπληρωτή καθηγητή στο ίδιο πανεπιστήμιο (Τμήμα Κοινωνιολογίας), οι οποίοι εξέτασαν την εξέλιξη των εκτός γάμου γεννήσεων μετά το 1980, τις διαφοροποιήσεις σε επίπεδο νομού και το κοινωνικό και δημογραφικό προφίλ των ανύπαντρων μητέρων (μορφωτικό επίπεδο, ηλικία και υπηκοότητα), χρησιμοποιώντας δεδομένα από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ).
Όπως εξηγούν οι δύο ερευνητές, η αύξηση στα ποσοστά των γεννήσεων εκτός γάμου είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της σύγχρονης ευρωπαϊκής κοινωνίας.
«Είναι ενδεικτικό», σημειώνουν, «ότι σε χώρες, όπως η Δανία, η Σουηδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία οι μισές και παραπάνω γεννήσεις λαμβάνουν χώρα εκτός γάμου».
Μάλιστα, στις προαναφερόμενες χώρες είναι συνειδητή απόφαση των μεγαλύτερων σε ηλικία και πιο μορφωμένων γυναικών να φέρουν παιδιά εκτός γάμου, διαχωρίζοντας έτσι την τεκνοποιία από το γάμο.
Σημαντική διαπίστωση της εν λόγω έρευνας, όπως επισημαίνουν οι δύο ακαδημαϊκοί, είναι ότι η αύξηση στα ποσοστά των εκτός γάμου γεννήσεων από τη δεκαετία του 1990 και μετά αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στις γεννήσεις που δεν προέρχονται από Ελληνίδες, αλλά από αλλοδαπές.
Το προφίλ των ανύπαντρων αυτών μητέρων είναι τελείως διαφορετικό από αυτό των Ελληνίδων, υποδεικνύοντας ότι οι μετανάστριες που αποκτούν παιδιά εκτός γάμου το πράττουν από πεποίθηση και όχι εξαιτίας κάποιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης.
«Οι Ελληνίδες που γίνονται μητέρες χωρίς να είναι παντρεμένες είναι συνήθως νεαρής ηλικίας (έφηβες ή στη μετεφηβική περίοδο οι περισσότερες) και χαμηλού μορφωτικού επιπέδου. Αυτό δείχνει ότι ήταν μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη που κατέληξε σε γέννηση και όχι συνειδητή επιλογή. Δεν αποκλείεται, όμως, στο μέλλον αυτό να αλλάξει, όπως δείχνουν τα δεδομένα. Αρκετές Ελληνίδες που γίνονται ανύπαντρες μητέρες έχουν υψηλό μορφωτικό επίπεδο και είναι ηλικιακά ώριμες, αν και αποτελούν τη μειοψηφία των ανύπαντρων μητέρων προς το παρόν» εξηγούν οι δύο ερευνητές.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, όπως επισημαίνουν, δεν αποκλείεται να έπαιξε ρόλο και η θρησκεία (με τη μορφή του ανατολικού ορθόδοξου Χριστιανισμού) στη διαμόρφωση μιας κοινωνίας αρνητικά διακείμενης προς τα συγκατοικούντα άγαμα ζευγάρια και την τεκνοποίηση εκτός γάμου.
Παρόλα αυτά, εξηγούν οι δύο ερευνητές, οι παραδοσιακές συμπεριφορές της Ελλάδας δεν παρατηρούνται σε όλες τις ορθόδοξες χώρες.
Οι περιπτώσεις της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, οι οποίες είναι χώρες με ισχυρή ορθόδοξη παράδοση, αλλά παρόλα αυτά παρουσιάζουν υψηλή γεννητικότητα εκτός γάμου, είναι ένδειξη ότι η ανατολική ορθόδοξη Εκκλησία δεν είχε την ίδια επίδραση σε όλες τις χώρες.
«Η διαφορετική πολιτική και κοινωνική τροχιά της Ελλάδας από αυτή των υπόλοιπων βαλκανικών κρατών είναι πιθανόν να διαμόρφωσε διαφορετικές στάσεις και αντιλήψεις όσον αφορά το σχηματισμό της οικογένειας και την ανατροφή των παιδιών» διαπιστώνουν οι κ.κ. Γαβαλάς και Ρόντος.
Παρόλα αυτά, φαίνεται ότι οι παραδοσιακές αντιλήψεις για το εν λόγω θέμα έχουν αρχίσει να αλλάζουν και στην Ελλάδα και το ποσοστό των εκτός γάμου γεννήσεων τετραπλασιάστηκε σε λιγότερο από 30 χρόνια (από 1,5% το 1980 σε σχεδόν 6% το 2007).
Η εξέλιξη αυτή προδιαθέτει για το πολύ πιθανό ενδεχόμενο, στο εγγύς μέλλον, ο γάμος να απολέσει μερικώς τη σημασία του ως θεσμός-πλαίσιο, μέσα στο οποίο τελείται η αναπαραγωγή και η ανατροφή των παιδιών.
Μάλιστα, μια τέτοια προοπτική τείνει να επιβεβαιώσει μια σχετικά πρόσφατη έρευνα (Rontos, 2007) σε νεαρές μορφωμένες Ελληνίδες, που δείχνει ότι το 60% του δείγματος θα προτιμούσε τη συγκατοίκηση παρά το γάμο, παρόλο που το 82% είναι υπέρ του θεσμού αυτού.
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, το 40,5% των ερωτηθέντων δεν απέκλεισαν το ενδεχόμενο να αποκτήσουν παιδιά χωρίς να είναι παντρεμένες.
Τα ποσοστά των εκτός γάμου γεννήσεων παρουσιάζουν ταυτόχρονα αξιοσημείωτη γεωγραφική διαφοροποίηση, καθώς στις ορεινές και συνοριακές περιοχές στη βορειο-δυτική Ελλάδα είναι εξαιρετικά χαμηλά, ενώ σε αρκετές περιοχές στην Πελοπόννησο και κάποια νησιά (όπως η Κέρκυρα και η Ζάκυνθος στο Ιόνιο πέλαγος) είναι σαφώς υψηλοτέρα από τον εθνικό μέσο όρο.
Η χωρική αυτή διάσταση του φαινομένου μπορεί να συνδέεται με πολιτισμικές διαφορές που δημιουργεί η γεωμορφολογία της κάθε περιοχής (πιθανότατα ορεινές και απομονωμένες κοινωνίες να είναι λιγότερο ανεκτικές στις ανύπαντρες μητέρες).
Ένας άλλος λόγος θα μπορούσε να είναι και η διαφορετική εθνοτική σύνθεση της κάθε περιοχής (οι αλλοδαπές που τείνουν να φέρνουν στον κόσμο παιδιά εκτός γάμου σε μεγαλύτερη αναλογία από ό,τι οι Ελληνίδες συγκεντρώνονται κυρίως σε πεδινές περιοχές της νότιας Ελλάδας).
Ανύπαντρες μητέρες
Σύμφωνα με την παραπάνω έρευνα, 4 στις 10 ανύπαντρες μητέρες είναι αλλοδαπές. Το γεγονός αυτό εκτιμάται πως αφήνει να διαφανεί ότι η αύξηση στα ποσοστά των εκτός γάμου γεννήσεων μετά το 1990 οφείλεται σε μεγάλο βαθμό (αν και όχι αποκλειστικά) στην εισροή μεταναστών κυρίως από χώρες του πρώην «ανατολικού μπλοκ».
Φαίνεται ότι ο νομικά επικυρωμένος γάμος δεν αποτελεί για τις γυναίκες που κατάγονται από τις χώρες αυτές απαραίτητη προϋπόθεση για τη δημιουργία μιας οικογένειας και την αναπαραγωγή, ενώ αντιθέτως η ελληνική κοινωνία διατηρεί πιο παραδοσιακές αντιλήψεις, εκτιμούν οι ερευνητές, σημειώνοντας πως «είναι δύσκολο να προβλέψουμε αν οι πιο φιλελεύθερες απόψεις των αλλοδαπών θα επικρατήσουν στην ελληνική κοινωνία».
Αυτό που διαπιστώνεται από την ανάλυση των δεδομένων είναι ότι «κάτι αλλάζει στη χώρα μας όσον αφορά τις παραδοσιακές οικογενειακές αξίες».
Όσο οι εκτός γάμου γεννήσεις θα αποτελούν όλο και μεγαλύτερο ποσοστό του συνόλου των γεννήσεων τόσο η ελληνική κοινωνία θα τείνει να γίνεται όλο και πιο ανεκτική στις νέες μορφές συμβίωσης και τεκνοποίησης, «αφήνοντας πίσω της απόψεις όπως αυτές που θεωρούν την εκτός γάμου τεκνοποιία ως δείκτη ανομίας και προσωπικής ανευθυνότητας», εκτιμούν οι δύο ερευνητές.
Recommended Comments
Δεν υπάρχει κάποιο σχόλιο