Αφήνοντας το μωρό να κλάψει για λίγο αντί να το παρηγορήσουμε αμέσως, δεν πρόκειται να το βλάψουμε, σύμφωνα με τη μελέτη. Αντιθέτως, η κατάληξη θα είναι να μειωθεί το στρες του και να βελτιωθεί ο ύπνος του.
Οι ερευνητές λένε πως οι γονείς θα πρέπει να εφαρμόζουν την τεχνική του ελεγχόμενου κλάματος τα βράδια. Σύμφωνα με αυτήν, οι γονείς πρέπει να περιμένουν επί συγκεκριμένη ώρα πριν πάρουν αγκαλιά το μωρό τους.
Ειδικότερα, το πρώτο βράδυ που θα ξυπνήσει το μωρό κλαίγοντας, πρέπει να περιμένουν 2 λεπτά και μετά να το πάρουν αγκαλιά.
Το δεύτερο βράδυ πρέπει να περιμένουν 5 λεπτά, το τρίτο 10 λεπτά και ούτως καθ’ εξής, έως ότου μάθει το μωρό να ξανακοιμάται δίχως να το έχουμε παρηγορήσει εμείς.
Μία άλλη τεχνική που η μελέτη έδειξε ότι αποδίδει, είναι η κατασκήνωση, κατά την οποία οι γονείς κάθονται στο δωμάτιο του μωρού δίχως όμως να το παίρνουν αγκαλιά, έως ότου αυτό ξανακοιμηθεί.
Όλ’ αυτά δείχνουν πολύ ψυχρά, αλλά οι επιστήμονες από τη Μελβούρνη που πραγματοποίησαν τη σχετική μελέτη λένε πως τελικά βοηθούν τους γονείς και το μωρό να κοιμούνται περισσότερο και να νιώθουν λιγότερο στρες.
Η μείωση του στρες είναι ιδιαιτέρως έντονη στη μητέρα, η οποία έτσι διατρέχει μειωμένο κίνδυνο να εκδηλώσει κατάθλιψη.
Οι ερευνητές τονίζουν ότι αφήνοντας το μωρό να κλάψει για λίγο, δεν βλάπτει την ψυχική υγεία του, ούτε προκαλεί μακροπρόθεσμα προβλήματα συμπεριφοράς.
Σημειώνουν, ωστόσο, ότι τα ευρήματά τους προέρχονται από μωρά ηλικίας 7 μηνών και άνω, και έτσι ίσως δεν ισχύουν για τα νεογέννητα.
«Για τους γονείς που αναζητούν κάτι να τους βοηθήσει, το ελεγχόμενο κλάμα και η “κατασκήνωση” είναι αποτελεσματικές και ασφαλείς μέθοδοι, συνεπώς οι οικογένειες και οι επαγγελματίες της Υγείας πρέπει να αισθάνονται άνετα να τις χρησιμοποιούν», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Άννα Πράις, από το Ερευνητικό Ίδρυμα Παίδων Murdoch (MCRI) στο Βασιλικό Νοσοκομείο Παίδων της Βικτώρια.
Ωστόσο, κατέστησε σαφές ότι οι γονείς δεν πρέπει να κλείσουν την πόρτα τους και να αφήσουν το μωρό να κλαίει όλη νύχτα. «Αυτό είναι πολύ δύσκολο και δεν συνιστάται», τόνισε.
Η μελέτη, που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Pediatrics», βασίστηκε σε 326 παιδιά, τα οποία παρακολουθούσαν οι ερευνητές από την ηλικία των 7 μηνών έως τα 6 τους χρόνια.
Σχεδόν οι μισοί γονείς διδάχτηκαν και εφάρμοσαν τις δύο προαναφερθείσες τεχνικές, ενώ οι υπόλοιποι όχι.
Όταν τα παιδιά έγιναν 6 ετών, οι ερευνητές τα υπέβαλλαν σε μία σειρά τεστ αξιολόγησης της συμπεριφοράς, των συνηθειών ύπνου και της σχέσης τους με τους γονείς τους.
Όσα είχαν αφεθεί να κλαίνε λίγο, είχαν λιγότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν προβλήματα συμπεριφοράς. Στην πραγματικότητα, τέτοια προβλήματα αντιμετώπιζε το 12% των παιδιών, έναντι του 16% εκείνων που δέχονταν ακαριαία την παρηγοριά των γονιών τους κατά την βρεφική ηλικία.
Σε προγενέστερη μελέτη της, εξάλλου, η ίδια ερευνητική ομάδα είχε ανακαλύψει πως οι μητέρες που αφήνουν τα μωρά τους να κλαίνε λίγο, έχουν κατά 40% λιγότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν επιλόχειο κατάθλιψη, ενώ τόσο οι μητέρες όσο και οι πατέρες νιώθουν λιγότερο στρες.
Recommended Comments