Η μέθοδος χρησιμοποιείται για την πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, αφού βοηθά στη διάγνωση προκαρκινικών αλλοιώσεων, οι οποίες μπορούν να θεραπευτούν.
Ενώ οι περισσότερες γυναίκες έχουν ακούσει για τη σημασία του τεστ Ρap στην πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, στη χώρα μας λιγότερο από το 20% του γυναικείου πληθυσμού υποβάλλεται στην εξέταση αυτή. Σημαντικό ερώτημα είναι τι γίνεται εάν η γυναίκα είναι έγκυος. Ο κίνδυνος μια έγκυος να αναπτύξει καρκίνο στον τράχηλο της μήτρας είναι ο ίδιος όπως και στις μη εγκύους.
Επομένως και σε αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει ο έλεγχος με το τεστ Παπανικολάου να εφαρμόζεται σαν να μην υπήρχε η εγκυμοσύνη. Εάν μια γυναίκα υποβλήθηκε σε τεστ Παπανικολάου λίγο πριν μείνει έγκυος και το αποτέλεσμα ήταν αρνητικό, θα υποβληθεί ξανά σε αυτό μετά τη γέννηση του παιδιού της.
Διαφορετικά το τεστ Παπανικολάου θα γίνει έστω και αν υπάρχει εγκυμοσύνη. Κατά την πρώτη επίσκεψη της εγκύου στον γυναικολόγο, εφόσον διαπιστωθούν αλλοιώσεις στον τράχηλο της μήτρας κατά τη γυναικολογική εξέταση, θα πρέπει να ληφθεί τεστ Παπανικολάου. Εάν το αποτέλεσμα του τεστ είναι παθολογικό, η γυναίκα θα αντιμετωπισθεί σαν να μην ήταν έγκυος.
Συγκεκριμένα, θα ακολουθήσει κολποσκόπηση και βιοψία, ώστε να αποκλεισθεί η πιθανότητα της ύπαρξης καρκίνου του τραχήλου της μήτρας. Το κύριο σύμπτωμα του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας είναι η κολπική αιμορραγία. Η διάγνωσή του όμως κατά την κύηση μπορεί να καθυστερήσει, επειδή η αιμορραγία συνήθως αποδίδεται σε επιπλοκή της κύησης. Γι΄ αυτό, η γυναικολογική εξέταση και το τεστ Παπανικολάου μπορούν να αποβούν σωτήριες για τη γυναίκα.
Του ΙΩΑΝΝΗ Ε. ΜΕΣΣΗΝΗ
Ο Ιωάννης Μεσσήνης είναι καθηγητής Μαιευτικής και Γυναικολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Recommended Comments
Δεν υπάρχει κάποιο σχόλιο