Μια συνιστώσα αυτής της εμπειρίας αφορά την ακαδημαϊκή πλευρά της εκπαιδευτικής διαδικασίας και ειδικότερα την αντίληψη των μαθητών για την επίδοσή τους, την πίεση που δέχονται από το σχολείο και τις προσδοκίες που έχουν για το μέλλον τους.
Κάτω λοιπόν από αυτές τις συνθήκες και με βάση το πώς καθένας αντιλαμβάνεται και νοηματοδοτεί τις καταστάσεις, το άγχος είναι μια φυσιολογική αντίδραση του εφήβου, ο οποίος προσπαθεί να ανταπεξέλθει στην απαιτητική σχολική πραγματικότητα. Είναι λειτουργικό όταν βοηθάει το άτομο να είναι αποτελεσματικό, δημιουργικό και το κινητοποιεί.
Συνήθως το άγχος είναι μασκαρεμένος φόβος για μια ενδεχόμενη αποτυχία και διογκώνεται από διάφορους ενισχυτικούς παράγοντες: τους ανέφικτους στόχους, τις υπερβολικές προσδοκίες που τρέφουν οι γονείς και οι μαθητές, το φόβο και την αγωνία μην απογοητεύσουν οι μαθητές τους γονείς τους, τη λανθασμένη σύνδεση της επιτυχίας στις εξετάσεις με την προσωπική επιτυχία και την συνολική επάρκεια των εφήβων, τη βαθμοθηρία, το σχολικό ανταγωνισμό, τις προσωπικές ανασφάλειες και τη χαμηλή αυτοπεποίθηση.
Επιπλέον διάφορες συνθήκες που επιδρούν στον ψυχικό κόσμο του έφηβου μπορεί να λειτουργήσουν προσθετικά και να τον κάνουν πιο ευάλωτο στην εκδήλωση άγχους στο σχολικό περιβάλλον. Υψηλά επίπεδα άγχους που συνδέονται με το σχολείο και τις εξετάσεις ειδικότερα αυξάνουν την εμφάνιση σωματικών και ψυχολογικών συμπτωμάτων.
Συχνά το συναίσθημα του άγχους εκφράζεται με συμπτώματα σωματικά (π.χ. ταχυκαρδία, δύσπνοια, πονοκέφαλος, ζαλάδες, άσχημο ύπνο), συναισθηματικά (π.χ. ευερεθιστότητα, θλίψη, υπερδιέγερση, αρνητική διάθεση, ευσυγκινησία, θυμό), γνωστικά (π.χ. δυσκολίες μάθησης και συγκέντρωσης, μπλοκάρισμα μνήμης, αρνητικές σκέψεις) και συμπεριφορικά (π.χ. επιθετικότητα, παραίτηση από το διάβασμα, απουσίες από το σχολείο, κοινωνική απομόνωση, υπερβολική κατανάλωση τροφής ή το αντίθετο). Όταν τα συμπτώματα αυτά επιμένουν, είναι έντονα και συχνά, κάνοντας την καθημερινότητα του έφηβου δυσλειτουργική, καλό είναι οι γονείς να απευθυνθούν σε κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας.
Ο πυρήνας στη ζωή των εφήβων είναι το οικογενειακό τους περιβάλλον και ως εκ τούτου διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο σε όλο το φάσμα της σωματικής και ψυχικής τους υγείας. Οι γονείς, ως σημαντικοί άλλοι, αποτελούν πηγή στήριξης και ενίσχυσης αλλά και πηγή άγχους για τους εφήβους. Γι’ αυτό πρώτα απ’ όλα είναι σημαντικό να αναγνωρίσουν το δικό τους άγχος και να μην το προβάλλουν στο παιδί τους.
Σε καμία περίπτωση να μην κάνουν το λάθος να συγκρίνουν το παιδί τους με κάποιον άλλον. Τέτοιου είδους συγκρίσεις οδηγούν με σιγουριά στο να υπονομεύουν την εμπιστοσύνη στον εαυτό του, στις επιλογές του, στις ικανότητες του. Έχει σημασία να ενθαρρύνουν τον έφηβο να εκδηλώσει το ταλέντο του σε εξωσχολικές δραστηριότητες, να έχει κοινωνικές συναναστροφές, να μη γίνει το σχολείο αποκλειστικός στόχος της ζωής του.
Οι περιορισμένες σχέσεις και η απουσία φιλίας αποτελούν σημαντικές πηγές άγχους για τους μαθητές. Είναι σημαντικό να μην επαινούν την επιτυχία αλλά την προσπάθεια. Να δείχνουν ικανοποίηση, κατανόηση και τρυφερότητα όχι μόνο όταν ο μαθητής έχει καλούς βαθμούς. Δεν πρέπει ζητούν από τον έφηβο καλύτερη επίδοση από εκείνη που μπορεί να πετύχει. Όταν οι προσδοκίες των γονιών είναι εξωπραγματικές, ο αντίκτυπος στην αύξηση του άγχους κατά την περίοδο των εξετάσεων είναι άμεσος. Οι γονείς δεν πρέπει να βλέπουν στον έφηβο ό, τι θα ήθελαν να είναι οι ίδιοι αλλά ό, τι πραγματικά είναι ο έφηβος. Να αποφεύγουν να είναι υπερπροστατευτικοί με το παιδί, ενθαρρύνοντάς το να παίρνει πρωτοβουλίες.
Η υπερπροστασία δε βιώνεται μόνο ως ένδειξη αγάπης αλλά και ως έλλειψη εμπιστοσύνης. Χρειάζεται να αποθαρρύνουν αρνητικά σχόλια που μπορεί να κάνει ο έφηβος για τον εαυτό του και για τα αποτελέσματα των εξετάσεων, να τον μαθαίνουν να μην είναι αυστηρός με τον εαυτό του και να αποδέχεται τα λάθη του και μια πιθανή αποτυχία.
Επίσης, η ενθάρρυνση να μιλούν και να εκφράζουν τα συναισθήματά τους είναι ένας ιδιαίτερα αποτελεσματικός τρόπος επικοινωνίας με του έφηβους. Τέλος, οι συχνές ερωτήσεις αν ο μαθητής διάβασε και οι αντιρρήσεις για τη σχολή επιλογής του αποτελούν επιπλέον πηγή άγχους και ειδικά λίγο πριν τις εξετάσεις πρέπει να αποφεύγονται.
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε πως δεν υπάρχουν τέλειοι γονείς ούτε τέλεια παιδιά. Ο Winnicott μίλησε για τον «αρκετά καλό» γονιό που θυμώνει, κάνει λάθη αλλά έχει το σθένος να τα αναγνωρίσει. Έχει μια γεμάτη προσωπική ζωή και δεν περιμένει το παιδί του να καλύψει οποιοδήποτε κενό μπορεί να έχει. Δημιουργεί μια υγιή σχέση με τα παιδιά επιτρέποντας την αυτονόμησή τους. Έτσι τα βοηθάει να ωριμάσουν συναισθηματικά, να αγαπήσουν τον εαυτό τους και να κάνουν και αυτά με τη σειρά τους υγιείς σχέσεις.
Κατερίνα Παπαμανουσάκη -Ψυχοθεραπεύτρια -Κοινωνική Λειτουργός ΜΑ
Recommended Comments
Δεν υπάρχει κάποιο σχόλιο